«Προλογίζει» ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος.
Όπως ακριβώς ένα λιμάνι απαλλαγμένο από ανέμους και κύματα παρέχει μεγάλη ασφάλεια στα πλοία που αγκυροβολούν σ’ αυτό, έτσι είναι και ο Ναός του Θεού. Αυτός ο χώρος είναι η βάση της αρετής, το διδασκαλείο της φιλοσοφίας.
Μπες μέσα σ’ αυτόν και σαν κάποια πνευματική αύρα θα περικυκλώσει την ψυχή σου. Αυτή η ησυχία οδηγεί σε θρησκευτικό δέος και διδάσκει να φιλοσοφούμε· ανορθώνει το φρόνημα και δεν αφήνει να προσκολλάσαι στα γήινα· σε μεταφέρει από τη γη στον ουρανό.
Σαν λιμάνια στο πέλαγος λοιπόν εγκατέστησε ο Θεός τους Ναούς στις πόλεις ώστε, καταφεύγοντας σ’ αυτούς όταν είμαστε ζαλισμένοι από τις βιοτικές μέριμνες, να απολαμβάνουμε μεγάλη γαλήνη. Είναι λοιπόν λιμάνι πνευματικό για τις ψυχές ο ιερός Ναός.
Στη λατρευτική σύναξη της θείας Λειτουργίας όχι μόνον εμείς, αλλά και οι προφήτες και οι απόστολοι συμμετέχουν και το σπουδαιότερο βέβαια απ’ όλα, Αυτός ο Ίδιος ο Κύριος όλων, ο Ιησούς Χριστός είναι ανάμεσά μας.
Αυτή την Εκκλησία δεν την καλλιεργεί ανθρώπινη δύναμη, αλλά η θεία Χάρη. Γιατί τέτοια είναι η φύση τού πνευματικού σπόρου· δεν περιμένει καιρό, δεν περιμένει μεγάλο αριθμό ημερών για να καρποφορήσει, αλλ’ είναι δυνατόν να σπείρει κανείς το σπόρο και μέσα σε μια μέρα να θερίσει πλούσια δεμάτια μεστωμένου καρπού.
Η Εκκλησία είναι πέλαγος ευσεβείας, γεμάτο όχι από κύματα αλλά από πίστη. Σε μας τους χριστιανούς δε ναυαγεί το σκάφος της ορθής διδασκαλίας, δε χτυπιέται, δεν ταράζεται, δε βασανίζεται από βαρυχειμωνιά, αλλά αγκυροβολεί σαν σε λιμάνι γαλήνιο στις ψυχές εκείνων που αγαπούν τον Κύριο.
Εκείνος όμως που αποκόπτει τον εαυτό του από τη σύναξη αυτή και απομακρύνεται από τη διδασκαλία των Πατέρων και αποφεύγει το ιατρείο της Εκκλησίας, κι αν ακόμη νομίζει ότι είναι υγιής, πολύ γρήγορα θα ασθενήσει πνευματικά.
Το σχολείο της Εκκλησίας είναι θαυμαστό ιατρείο· ιατρείο όχι σωμάτων αλλά ψυχών. Γιατί είναι πνευματικό ιατρείο και θεραπεύει τ’ αμαρτήματα του νου και της ψυχής και όχι τις σωματικές πληγές.
Εδώ στο Ναό υπάρχει ιατρείο και όχι δικαστήριο που να ζητεί ευθύνες για τ’ αμαρτήματά μας· αντίθετα, παρέχει συγχώρεση αμαρτημάτων.
Αν συχνάζεις εδώ συνεχώς, οπωσδήποτε θα αποβάλεις τις κακές επιδράσεις και συνήθειες που πήρες έξω από το Ναό.
Ποιος δε θα θαυμάσει την πολλή και αμέτρητη συγκατάβαση που χρησιμοποιεί ο Θεός προς τον άνθρωπο; Ποιος δε θα εκπλαγεί για την υπερβολική αγάπη που δείχνει ο Κύριος μας προς όλους τους ανθρώπους και μάλιστα ιδιαιτέρως προς το γένος των χριστιανών;
Ο Θεός, λένε οι ιεροί Θεολόγοι, είναι απερίγραπτος κατά τη φύση Του και δε χωρά σε κανέναν τόπο. Και, αν και είναι πανταχού παρών, όμως είναι και έξω από το κάθε τι, όπως είπε ο θείος Ιλάριος: «Ο Θεός είναι πέρα απ’ όλα και όλα τα συγκρατεί».
Ο ιερός Αυγουστίνος λέει: «Ο Θεός είναι έξω από όλα και δεν περικλείεται. Είναι μέσα σε όλα και δεν περικλείεται. Είναι επάνω από όλα, χωρίς να επαίρεται. Είναι κάτω από όλα, χωρίς να ταπεινώνεται. Είναι βαθιά μέσα στο κάθε τι, διότι σ’ Αυτόν υπάρχουν τα πάντα. Είναι πιο έξω από το κάθε τι, διότι Αυτός είναι επάνω από όλα».
Παρ’ όλα αυτά, Αυτός ο απερίγραπτος και αχώρητος Θεός συγκαταβαίνει για τους χριστιανούς στο να χωρά κατά κάποιον τρόπο και να περιγράφεται μέσα στους ιερούς Ναούς.
Είναι ο Δημιουργός του σύμπαντος (όπως λέει ο προφήτης Ησαΐας), ο ουρανός είναι ο θρόνος Του και η γη το στήριγμα των ποδιών Του και κανένας τόπος και κανένας χειροποίητος ναός δεν είναι άξιος για να αναπαύσει τη θεία Του μεγαλειότητα.
«Ο ουρανός είναι θρόνος μου και η γη στήριγμα των ποδιών μου. Ποίον οίκο θα οικοδομήσετε για Εμένα; Και ποιος είναι τόπος αντάξιος για να αναπαυθώ σ’ αυτόν;» λέει στον Ησαΐα ο Κύριος μας.
Επαναλαμβάνω, Αυτός ο Θεός καταδέχεται να αναπαύεται μέσα στους ιερούς Ναούς των χριστιανών και να λέει ότι τους διάλεξε για κατοικία Του: «Διάλεξα αυτόν τον τόπο για τον Εαυτό μου για να είναι ο ναός μου, στον οποίον θα προσφέρετε τη θυσία σας».
Κι Εκείνος που φωνάζει, πως τα ουράνια και τα επίγεια και όλα γενικά είναι δικά Του, διότι τα έκανε με το παντοδύναμο και δημιουργικό Του χέρι, «διότι όλα αυτά τα δημιούργησε το χέρι μου, και όλα ανήκουν σ’ Εμένα», λέει ο Κύριος, επαναλαμβάνω, Αυτός ο Ίδιος, από αγάπη για τους χριστιανούς, φαίνεται κατά κάποιον τρόπο πως μικραίνει τη μεγαλειότητά Του και θέλει ο αθάνατος και επουράνιος να κατοικεί μαζί με τους θνητούς και γήινους ανθρώπους και να ονομάζει δικό Του οίκο την αγία Εκκλησία. «Ο οίκος μου θα αναγνωρισθεί ως οίκος προσευχής για όλα τα έθνη».
Τι απερίγραπτη που είναι η συγκατάβαση και η αγάπη του Θεού! Τι μεγάλη η ευεργεσία και η χάρη Του προς τους χριστιανούς!
Παρ’ όλα αυτά βρίσκουμε διάφορες δικαιολογίες για να μην πάμε:
Άλλος εμποδίζεται από το εμπόριο και τη δουλειά του.
Άλλος πάλι από τη φροντίδα και μέριμνα της γυναίκας και των παιδιών και του σπιτιού του και άλλος βρίσκει τη μία αιτία και άλλος την άλλη.
Αδελφοί μου χριστιανοί, θα πρέπει για πέντε λόγους να πηγαίνουμε στο Ναό του Θεού, στην Εκκλησία του Χριστού: α) από ανάγκη, β) από επιθυμία, γ) συνεχώς, δ) με καθαρότητα, και ε) από ιερό χρέος.
Λόγος Α΄ Από ανάγκη
Κατά πρώτον πρέπει να πηγαίνουμε από ανάγκη. Διότι, όπως οι πεινασμένοι και οι διψασμένοι έχουν ανάγκη να πηγαίνουν στο τραπέζι και στη βρύση για να χορτάσουν από φαγητό και νερό και να ικανοποιήσουν την πείνα και τη δίψα τους, έτσι κι εμείς οι χριστιανοί, που είμαστε πεινασμένοι τόσο για τον «επιούσιο άρτο», που είναι το ζωοποιό Σώμα του Κυρίου, όσο και για τον πνευματικό άρτο, που είναι ο λόγος του Θεού (διότι ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος λέει ότι «Ο Άρτος είναι ο λόγος του Θεού, με τον όποιο τρέφονται οι ψυχές που πεινούν τον Θεό»), και που είμαστε διψασμένοι τόσο για το αθάνατο ποτό, το οποίο είναι το ζωηρό Αίμα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, όσο και για το πνευματικό ποτό, το οποίο είναι το νάμα του θείου λόγου και της διδασκαλίας.
Γιατί, εάν εμείς δεν πηγαίνουμε στο Ναό για να τρώμε και να πίνουμε συνεχώς τα αθάνατα και ζωοποιά φαγητά και πιοτά, ασφαλώς αδυνατίζουμε και πεθαίνουμε ψυχικά, όπως είπε ο Κύριος: «Εάν δε φάτε τη σάρκα του Υιού του ανθρώπου και δεν πιείτε το Αίμα Του, δεν έχετε μετοχή στη ζωή».
Λόγος Β΄ Από επιθυμία
Εμείς οι Χριστιανοί πρέπει να πηγαίνουμε στο Ναό με μεγάλη επιθυμία και όρεξη. Διότι η Εκκλησία είναι κοινή μητέρα όλων των Ορθοδόξων, η οποία τους αναγέννησε με την κολυμβήθρα του αγίου Βαπτίσματος και τους ανέθρεψε με το λογικό γάλα της ευσέβειας και της πίστεως και των θείων Μυστηρίων.
Όπως, λοιπόν, τα παιδιά τρέχουν και πηγαίνουν κοντά στη σαρκική μητέρα τους με μεγάλη επιθυμία και αγάπη, έτσι και οι χριστιανοί πρέπει να τρέχουν και να πηγαίνουν στις αγκάλες της πνευματικής μητέρας τους, της αγίας Εκκλησίας, με υπερβολική χαρά, με μεγάλη αγάπη, και με υπερβολική επιθυμία, για να δουν τη γλυκύτατη μητέρα τους και να απολαύσουν τα ουράνια αγαθά της.
Αδελφοί μου, πρέπει με μεγάλη επιθυμία να πηγαίνουμε στην Εκκλησία, διότι ο Ναός είναι ουράνιος παράδεισος και θαυμαστό περιβόλι.
Καθώς, λοιπόν, κάθε άνθρωπος έχει μεγάλη χαρά όταν μπει μέσα σε κάποιο όμορφο περιβόλι, για να δει εκεί τα διάφορα δέντρα και άνθη και έτσι να χαρεί και να ευφρανθεί η καρδιά του, έτσι και οι χριστιανοί πρέπει με μεγάλη χαρά να τρέχουμε και να μπαίνουμε στο Ναό, για να απολαύσουμε τα διάφορα δέντρα και λουλούδια των Αγίων Γραφών από τα Ευαγγέλια, τους Αποστόλους και τους Προφήτες.
Και μάλιστα, διότι στον παράδεισο αυτόν της Εκκλησίας δεν υπάρχει κανένα φίδι για να επιβουλεύει, αλλά υπάρχει ο Χριστός που συμβουλεύει με αγάπη.
Λόγος Γ΄ Συνεχώς
Εμείς οι Χριστιανοί πρέπει να πηγαίνουμε στο Ναό του Θεού κάθε Κυριακή και κάθε γιορτή, για να ακούμε τα ιερά λόγια του Ευαγγελίου και για να προσευχόμαστε στο Θεό μαζί με όλους τους πιστούς.
Επειδή, στ’ αλήθεια, είναι μεγάλη ντροπή για τους χριστιανούς τα μεν άλλα έθνη να πηγαίνουν αμέσως μόλις σηκωθούν από τον ύπνο στους βωμούς τους και να προσκυνούν και να προσεύχονται στους ψευτοθεούς τους, και οι χριστιανοί που προσκυνούν τον αληθινό Θεό να μην πηγαίνουν συνεχώς στους ιερούς Ναούς και τις άγιες Εκκλησίες για να προσεύχονται και να επικοινωνούν με το Θεό.
Γι’ αυτό φοβούμαι ότι οι ειδωλολάτρες και οι Οθωμανοί και οι Εβραίοι και οι άλλοι εθνικοί θα φανούν σ’ αυτό δικαιότεροι από τους χριστιανούς, και οι χριστιανοί θα κατακριθούν, καθ’ ότι κι αυτούς τους εθνικούς τους ξεπέρασαν στην κακία, όπως λένε οι άγιοι Απόστολοι: «Καί πώς δε θα είναι εχθρός του Θεού αυτός που τρέχει ημέρα και νύχτα για τα πρόσκαιρα και παραμελεί τα αιώνια;».
Και πώς δε θα πει τώρα σ’ αυτόν ο Κύριος: «οι εθνικοί αποδείχτηκαν πιο δίκαιοι από εσάς». Οι εθνικοί, μόλις σηκώνονται από τον ύπνο κάθε ημέρα τρέχουν στα είδωλα για να τα λατρέψουν, και πριν από κάθε έργο και κάθε πράξη προσεύχονται πρώτα σ’ αυτά.
Εφόσον, λοιπόν, αυτοί που βρίσκονται μέσα στο ψέμα πηγαίνουν συχνά σ’ αυτά από τα οποία δεν ωφελούνται, τι θα μπορούσες να απολογηθείς στον Κύριο και Θεό, εσύ που αποστρέφεσαι την Εκκλησία Του και δε μιμείσαι ούτε τους εθνικούς, αλλά με την απουσία σου τεμπελιάζεις ή αποστατείς ή κακοποιείς;
Γι’ αυτούς ο Κύριος μέσω του Ιερεμία λέει: «Δε φυλάξατε τις εντολές μου, και δε φερθήκατε ούτε σύμφωνα με το παράδειγμα των εθνικών».
Λόγος Δ΄ Με καθαρότητα
Εμείς οι Χριστιανοί πρέπει να πηγαίνουμε στο Ναό με ψυχική καθαρότητα· δηλαδή, εάν έχουμε έχθρα και μνησικακία με κάποιον αδελφό, να πηγαίνουμε πρώτα να συγχωρεθούμε και να συμφιλιωθούμε και μετά να πηγαίνουμε στο Ναό.
Διότι, εάν έχουμε έχθρα με κάποιον, δεν είναι πλέον δεκτή στο Θεό η προσφορά και η προσευχή μας· γι’ αυτό είπε ο Κύριος: «Όταν, λοιπόν, προσφέρεις το δώρο σου στο Ναό και εκεί θυμηθείς πως ο αδελφός σου έχει κάτι εναντίον σου, άφησε εκεί, μπροστά στο θυσιαστήριο του Ναού, το δώρο σου και πήγαινε να συμφιλιωθείς πρώτα με τον αδελφό σου, και ύστερα έλα να προσφέρεις το δώρο σου».
Διότι όποιος έχει μίσος, όχι μόνο δεν είναι άξιος να πάει στο Ναό του Θεού, αλλά ούτε είναι άξιος να πει: «Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς» και το «και άφες ηιιίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών», επειδή αποδείχνει ψεύτη τον εαυτό του και, χωρίς αυτός να συγχωρέσει τον αδελφό του, ζητά να τον συγχωρήσει ο Θεός.
Η Εκκλησία του Θεού ονομάζεται από τον ιερό Χρυσόστομο βαφείο: «Η Εκκλησία είναι βαφείο. Αν αναχωρείτε από αυτήν πάντοτε χωρίς να λαβαίνετε καμιά βαφή, ποιο το όφελος που έρχεσθε συνέχεια εδώ;».
Γι’ αυτό, καθώς πλένει προηγουμένως το ρούχο εκείνος που πρόκειται να το βάψει με κάποια λαμπρή και όμορφη βαφή, έτσι και όποιος πρόκειται να πάει στο Ναό του Χριστού, για να λάβει στην ψυχή του θεία και ουράνια βαφή, πρέπει πρώτα να ξεπλένει και να καθαρίζει τον εαυτό του από κάθε ψυχική ακαθαρσία.
Λόγος Ε΄ Από ιερό χρέος
Και τελευταίο, πρέπει εμείς οι χριστιανοί να πηγαίνουμε υποχρεωτικά στο Ναό του Θεού. Διότι και μόνο αυτό το όνομα που έχει η Εκκλησία, μας υποχρεώνει να πηγαίνουμε σ’ αυτήν, επειδή το όνομα της Εκκλησίας σημαίνει δύο πράγματα.
Κυρίως βέβαια και καθαυτό Εκκλησία θα πει σύναξη και συνάθροιση των πιστών.
Γι’ αυτό διαβάζουμε στο Δευτερονόμιο: «Σύμφωνα με όλα όσα ζητήσατε από τον Κύριο και Θεό κατά την ημέρα της Εκκλησίας (δηλαδή της συναθροίσεως του λαού)».
Γι’ αυτό ο Ισίδωρος ο Πηλουσιώτης είπε: «Άλλο είναι η Εκκλησία και άλλο εκκλησιαστήριο (=Ναός), γιατί η πρώτη αποτελείται από ψυχές που αγαπούν το Θεό, ενώ ο Ναός χτίζεται με πέτρες και ξύλα» (Επιστ. Θεοδοσίω Επισκοπώ σμστ).
Και ο άγιος Κύριλλος ο Αλεξανδρείας λέει: «Λέγοντας Εκκλησία δε συνηθίζουμε να χρησιμοποιούμε τη λέξη για τους τοίχους που την περιβάλλουν, αλλά περισσότερο δηλώνουμε φανερά με εμφανή τρόπο αυτούς που με ευσέβεια συγκεντρώνονται εκεί».
Και ο άγιος Γερμανός τονίζει: «Εκκλησία είναι η συνάθροιση του πιστού λαού, Σώμα Χριστού» (Ερμηνεία της θείας Λειτουργίας).
Καταχρηστικώς, βέβαια, Εκκλησία λέγεται και ο Ναός του Θεού, στον οποίο συναθροίζονται οι πιστοί χριστιανοί. Γι’ αυτό είπε ο ιερός Αυγουστίνος: «Εκκλησία είναι τόπος στον οποίον είναι η Εκκλησία». Και ο θείος Γερμανός: «Εκκλησία είναι Ναός Θεού, τέμενος άγιο, οίκος προσευχής».
Έχουμε, λοιπόν, χρέος εμείς οι χριστιανοί να πηγαίνουμε στην Εκκλησία του Θεού και για τα δύο αυτά που σημαίνει η Εκκλησία, εάν θέλουμε να έχει αυτή το όνομα σύμφωνο με την πραγματικότητα.
Και όπως λέει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος στον συντακτήριο λόγο: «Πιστεύω ότι σε κάθε Εκκλησία είναι Άγγελοι προστάτες».
Επαναλαμβάνω, την Εκκλησία την φυλάγουν οι Άγγελοι του Θεού και εσείς ταλαίπωροι την περιφρονείτε; Και δεν ξέρετε πως, όταν αποστρέφεστε και περιφρονείτε την Εκκλησία, αποστρέφεστε και περιφρονείτε Αυτόν τον Ίδιο το Χριστό, ο Οποίος είναι «η κεφαλή της Εκκλησίας»;
Και εάν, λοιπός, προφασίζεται κάποιος από εσάς και λέει: Εγώ μπορώ και στο σπίτι μου να προσευχηθώ, και τι ανάγκη υπάρχει να πάω στο Ναό; Αποκρίνομαι σ’ αυτόν με τον ιερό Χρυσόστομο και του λέω ότι απατάς και ξεγελάς τον εαυτό σου, άνθρωπε, όποιος κι αν είσαι εσύ που λες αυτά.
Διότι, ναι, μπορείς να προσευχηθείς και στο σπίτι σου, αλλά η προσευχή του σπιτιού δεν έχει τη δύναμη εκείνη που έχει η προσευχή της Εκκλησίας, στην οποία υπάρχει τόσο πλήθος ιερέων και χριστιανών, στην οποία αναπέμπεται στο Θεό μια φωνή από όλους, στην οποία εισακούεται από το Θεό η προσευχή σου καλύτερα, στην οποία υπάρχει τόση ομόνοια και αγάπη και συμφωνία και ευχές από τους Ιερείς.
Γι’ αυτό βέβαια και επικεφαλής των ακολουθιών είναι οι ιερείς, ώστε οι ευχές του πλήθους, που είναι ασθενέστερες, ενισχυόμενες με τις δυνατότερες ευχές αυτών να ανεβούν μαζί με αυτές στον ουρανό».
Γι’ αυτό και ο προφήτης Δαβίδ συνήθιζε στις Εκκλησίες να προσεύχεται και να υμνεί τον Κύριο, οπότε έλεγε: «Σε Εκκλησίες θα Σε δοξολογήσω Κύριε».
Και πάλι: «Στη μέση της Εκκλησίας θα σε υμνήσω». Και όχι μόνον αυτός προσευχόταν στις Εκκλησίες, αλλά παρακινούσε και τους άλλους να προσεύχονται στις Εκκλησίες λέγοντας: «Σε Εκκλησίες δοξολογείτε τον Θεό».