Ιωάννου αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας, «του ελεήμονος» (†616-620) και Λέοντος πατριάρχου ΚΠόλεως. Μαρτύρων Αντωνίου, Γερμανού, και Νικηφόρου. Αρσακίου. Νεομαρτύρων Νικολάου (†1732) καί Σάβα του Νιγδελή (†1726), των εν Κωνσταντινουπόλει. Οσίων Νείλου ασκητού, του Σιναΐτου και Νείλου του μυροβλύτου (†ε΄αι.), του εκ Κυνουρίας. Μαρτίνου επισκόπου (1) Φραγγίας του θαυματουργού, Ιωάσαφ και Μαρτίνου επισκόπου Ταρακίνης. Προφήτου Αχιά.
(1)Ο όσιος Μαρτίνος έζησε τον τέταρτο αιώνα. Καταγόταν από τη Σαβωρία της Παννονίας. Από νεαρή ηλικία είχε αρχίσει την κατήχηση στο λόγο του Κυρίου. Στα 15 χρόνια του κατετάγη στο στρατό, όπου υπηρέτησε τους αυτοκράτορες Κωνσταντίνο και Ιουλιανό. Όταν βρέθηκε με το στράτευμα στην Αμιένη, συνάντησε έναν ζητιάνο ο οποίος του ζήτησε ελεημοσύνη. Ο άγιος έχοντας μόνο τη στολή του και τα όπλα του, έβγαλε τον μανδύα του και του τον έδωσε για να ζεσταθεί. Την επόμενη νύχτα εμφανίστηκε ο Κύριος στον ύπνο του και του είπε δείχνοντάς του τον μανδύα του «Μαρτίνε, αν και κατηχούμενος ακόμη, με ζέστανες δίνοντας στον επαίτη τον μανδύα σου». Όταν βαπτίστηκε ο Μαρτίνος πήγε στον άγιο Ιλάριο, επίσκοπο του Πουατιέ της Γαλλίας. Αφού απέκτησε την κατάλληλη παιδεία, έγινε κληρικός και στη συνέχεια επίσκοπος στην Τουρ. Διακρίθηκε για τον ενάρετο βίο του και τις σπουδαίες υπηρεσίες που πρόσφερε στο ποίμνιό του. Φρόντισε για την κατήχηση του ποίμνιου. Ήταν πολύ αγαπητός γι` αυτό και είχε ογδόντα μαθητές, τους οποίους χρησιμοποιούσε στα έργα του και στην διδασκαλία του. Αρρώστησε στο χωριό Κάνδην, όπου και παρέδωσε το πνεύμα του στον Κύριο σε ηλικία 81 ετών.