Άγιος Ειρηναίος επίσκοπος Λουγδούνου

Ο Ειρηναίος της Λυών ή Ειρηναίος Λουγδούνου (2ος/αρχές 3ου αιώνα) ήταν Χριστιανός επίσκοπος στο Λούγδουνο της Νότιας Γαλλίας (τη σημερινή Λυών). Θεωρείται ένας από τους εκκλησιαστικούς πατέρες, καθώς τα συγγράμματά του έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της μετέπειτα

Βίος:
Ο Ειρηναίος γεννήθηκε στη Σμύρνη της Μικράς Ασίας, όπου και υπήρξε μαθητής του επισκόπου Πολύκαρπου, ο οποίος με τη σειρά του υπήρξε μαθητής του απόστολου Ιωάννη. Αργότερα έφυγε από τη Μικρά Ασία για να πάει στη Ρώμη όπου μαθήτευσε στη σχολή του Ιουστίνου του Μάρτυρα. Ο Ειρηναίος άρχισε να υπηρετεί ως επίσκοπος στη Λυών της Νότιας Γαλατίας (Γαλλίας), όπου πήγε ως ιεραπόστολος, πιθανώς το 177 ή το 178, σε μια περίοδο κατά την οποία είχε ξεσπάσει ο διωγμός του αυτοκράτορα Μάρκου Αυρήλιου εναντίον των χριστιανών. χριστιανικής θεολογίας.

Η θεματολογία του:
Βασικό θέμα των γραπτών του έργων είναι η αντιπαράθεση με τον γνωστικισμό, και πιο συγκεκριμένα κατά των ηγετικών μορφών του Μαρκίωνα και του Βαλεντίνου. Και παρά τις ανακαλύψεις της γνωστικής βιβλιοθήκης στο Ναγκ Χαμαντί, εξακολουθεί να αποτελεί βασική πηγή για την ιστορία και τις δοξασίες αυτού του κινήματος. Στην πολεμική του ο Ειρηναίος ακολουθεί τη γραμμή που χάραξε ο Ιουστίνος ο Μάρτυς καθώς και άλλοι συγγραφείς της Μικράς Ασίας που μας είναι άγνωστοι αλλά εκ των οποίων παραθέτει αποσπάσματα. Τονίζει την ενότητα Παλαιάς και Καινής Διαθήκης και προβάλλει τον παραλληλισμό μεταξύ Αδάμ και Χριστού, που κάνει ο απόστολος Παύλος.

Κατά τον Ειρηναίο, μέσω της Νέας Διαθήκης του Χριστού η ανθρωπότητα θα επιστρέψει στην κατάσταση που υπήρχε προ της ηθικής πτώσεως του Αδάμ, κάτι που περιλαμβάνει την αποκατάσταση του επίγειου παραδείσου σε μια χιλιετή βασιλεία. Ερχόμενος σε αντίθεση με τον πεσιμισμό των γνωστικών, ο Ειρηναίος προτάσσει ότι ο Αδάμ έχασε μόνο το “καθ’ ομοίωσιν”, δηλαδή την ηθική ομοιότητα, με την αμαρτία του αλλά διατήρησε το “κατ’ εικόνα”. Στο γνωστικό ερώτημα τού πώς μια τέλεια δημιουργία ενός τέλειου Δημιουργού καταλήγει σε αποτυχία, ο Ειρηναίος προβάλλει τη συλλογιστική ότι η ιστορία της ανθρωπότητας αρχίζει με σφάλματα εξαιτίας της νηπιακής της κατάστασης και ότι, στο διάβα των αιώνων, η ανθρωπότητα διδάσκεται και ωριμάζει από τα σφάλματά της και τους πειρασμούς της[7].

Δεδομένου ότι οι οπαδοί του Βαλεντίνου δίδασκαν ότι κατείχαν απόκρυφες γνώσεις των Αποστόλων για τη σωστή κατανόηση των λόγων του Ιησού, ο Ειρηναίος θέτει το ζήτημα του Βιβλικού Κανόνα ως γνησίου γραπτού υπομνήματος της αποστολικής παράδοσης, που περιέχει τα γνωστά σε εμάς βιβλία της Καινής Διαθήκης (πλην της Γ΄ Ιωάννου, της επιστολής του Ιακώβου και της Β΄ Πέτρου, που δεν αναφέρονται), καθώς και την Αποστολική Διαδοχή, δηλαδή τη σειρά των διορισμένων διδασκάλων στις εκκλησίες που αρχίζει από τους ίδιους τους αποστόλους, και οι οποίοι ήταν αυτοί που εξουσιοδοτήθηκαν ως θεματοφύλακες της αγνής και απαράλλακτης πίστης. Ως παράδειγμα, απαριθμεί τη σειρά των επισκόπων της εκκλησίας της Ρώμης, φτάνοντας πίσω μέχρι τους Πέτρο και Παύλο. Αντίθετα από την απαράλλακτη γνήσια πίστη, οι αιρετικές απόψεις αποτελούν νεωτερισμούς, που συνεχίζουν να μεταλλάσσονται, και είναι αποτέλεσμα της περιέργειας για πράγματα που ο ανθρώπινος νους δεν μπορεί ή δεν έχει δικαίωμα να γνωρίζει.

Επιπλέον, ο Ειρηναίος ανασκοπεί το ιστορικό του γνωστικισμού στις διάφορες μορφές του και αναφέρει ως αρχηγό του τον Σίμωνα τον Μάγο, που ήρθε σε αντιπαράθεση με τον απόστολο Πέτρο στη Σαμάρια και, κατά παράδοση, στη Ρώμη.

Τα έργα του:
Το πιο γνωστό του έργο είναι η περίφημη πραγματεία του Έλεγχος και Ανατροπή της Ψευδωνύμου Γνώσεως, που είναι κοινώς γνωστή ως Κατά των Αιρέσεων (Λατ. Adversus Haereses), και πιστεύεται ότι γράφτηκε μεταξύ του 175 και του 185. Αποτελείται από πέντε ενότητες-βιβλία και στρέφεται εναντίον χριστιανικών ομάδων που θεωρεί αιρετικές, ειδικά εναντίον του ισχυρού και εξαπλούμενου κινήματος της εποχής του «τῆς λεγομένης γνωστικῆς αἱρέσεως». (Κατά Αιρέσεων 1.5.1) Το έργο αυτό σώζεται κυρίως στα Λατινικά, ένα 20% στα Ελληνικά, ενώ μέρη του υπάρχουν στα Συριακά και στα Αρμενικά. Ένα άλλο σημαντικό έργο του Ειρηναίου είναι η Επίδειξις Αποστολικού Κηρύγματος, το οποίο ανακαλύφθηκε στην Αρμενική μόλις το 1904. Από τις επιστολές του σώζονται μόνο αποσπάσματα από την Προς Βίκτωρα και την Προς Φλωρίνον. Στα έργα που αναφέρονται από τον Ευσέβιο αλλά δεν σώζονται ως τις ημέρες μας περιλαμβάνονται ο Λόγος προς Έλληνας περί Επιστήμης, Περί Μοναρχίας, Περί Ογδοάδος και ένα βιβλίο που περιείχε διάφορες διαλέξεις του.

Σε αντίθεση με τον Ιουστίνο —του οποίου τα έργα χρησιμοποιεί και εκτιμάει— ο Ειρηναίος απέρριπτε τη φιλοσοφική προσέγγιση του Χριστιανισμού. Παρ’ όλα αυτά, είναι φανερό ότι όχι μόνο δεν είχε εγκαταλείψει πλήρως τη φιλοσοφία αλλά μάλλον σε πολλά από τα έργα του την αξιοποίησε επαρκώς. Σημαντικές πηγές της διδασκαλίας του αποτελούν ο Θεόφιλος και ο Ιγνάτιος Αντιοχείας. Σε δύσκολα αποσπάσματα της Παλαιάς Διαθήκης έδωσε χριστολογικές ερμηνείες.

Επίδραση:
Ο Ειρηναίος άσκησε μεγάλη επίδραση στη γενιά που τον διαδέχτηκε. Και ο Ιππόλυτος Ρώμης και ο Τερτυλλιανός της Καρχηδόνας αντλούν σκέψεις από τα συγγράμματά του. Ωστόσο, οι χιλιαστικές του απόψεις τον έθεσαν σε ανυποληψία στην Ανατολή, γεγονός που φαίνεται από το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος του έργου που έχει διασωθεί είναι από λατινικές μεταφράσεις. Εξαίρεση αποτελεί ο Επιφάνιος Κωνσταντίας, που εμπνέεται από τον Ειρηναίο για τον δικό του αντιαιρετικό του αγώνα (374-5).

Leave a Comment

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *